Καρκίνος του Δέρματος

Βασικοκυτταρικό Καρκίνωμα

Ορισμός-Επιδημιολογία: Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα (ΒΚ) αποτελεί τη συχνότερη μορφή καρκίνου του δέρματος. Ο κακοήθης αυτός όγκος προκαλεί τοπική ιστική καταστροφή, δηλαδή είναι τοπικά μόνο διηθητικός, επιθετικός και καταστροφικός. Σπάνια όμως, μπορεί να δώσει και απομακρυσμένες μεταστάσεις, που μπορεί να απειλήσει τη ζωή του ασθενούς. Ανάλογα με την εντόπισή του μπορεί να οδηγήσει και σε σημαντικές αναπηρίες (π.χ. ΒΚ στον έσω κανθό του ματιού). Οι τελευταίες περιπτώσεις αυτές αποτελούν και σχετική πρόκληση για τους δερματολόγους, ως προς την αντιμετώπισή τους, αφού η χειρουργική αφαίρεση της βλάβης, που είναι και η θεραπεία εκλογής, δεν είναι δυνατή. 

Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία αλλά συνήθως παρουσιάζεται μετά την ηλικία των 40 ετών και η επίπτωσή του αυξάνεται με την ηλικία. Εμφανίζεται στους άντρες 30% πιο συχνά από ότι στις γυναίκες. Γεωγραφικά, οι περιοχές που είναι πιο κοντά στον ισημερινό εμφανίζουν μεγαλύτερη επίπτωση της νόσου. Είναι ιδιαίτερα σπάνιο σε άτομα με σκούρο χρώμα δέρματος, και εμφανίζεται κυρίως σε άτομα με ανοιχτό χρώμα δέρματος.

Προδιαθεσικοί παράγοντες: Άτομα με λευκό χρώμα δέρματος με περιορισμένοι ικανότητα να μαυρίζουν είναι εξαιρετικά επιρρεπείς στην ανάπτυξη βασικοκυτταρικού καρκινώματος μετά από παρατεταμένη έκθεση στον ήλιο. Η συνολική έκθεση στον ήλιο και η ιονίζουσα ακτινοβολία από προηγηθείσα ακτινοθεραπεία αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνους. Η έντονη μάλιστα έκθεση στον ήλιο πριν την ηλικία των 14 ετών προδιαθέτει στην ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος 30-40 χρόνια αργότερα. Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι η χρόνια έκθεση στο αρσενικό και η ανοσοκαταστολή.

Κλινική εικόνα: Οι βλάβες συνήθως εντοπίζονται στο πρόσωπο, το τριχωτό της κεφαλής, τα αυτιά και τον τράχηλο. Μερικές φορές εμφανίζονται στα ακάλυπτα μέρη του κορμού και των άκρων. Υπάρχουν διάφορες κλινικές μορφές του βασικοκυτταρικού καρκινώματος και διακρίνονται ανάλογα με τη μορφολογία της βλάβης σε: i) οζώδες, ii) ελκωτικό, iii) ουλωτικό, iv) μελαγχρωματικό, v) επιφανειακό πολυκεντρικό. Τα βασικοκυτταρικά καρκινώματα εμφανίζονται συνήθως ως μονήρεις βλάβες, αλλά σπάνια υπάρχουν και ως πολλαπλές βλάβες, μαζί. 

Διάγνωση: Η σχολαστική κλινική εξέταση και δερματοσκόπηση μπορεί να οδηγήσει στη διάγνωση. Η βιοψία δέρματος από τη βλάβη είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση της διάγνωσης.

Μελάνωμα

Ορισμός-Επιδημιολογία: Το μελάνωμα είναι ένα κακόηθες νεόπλασμα που προέρχεται από τα μελανινοκύτταρα του δέρματος. Τα μελανινοκύτταρα βρίσκονται στο κατώτερο στρώμα της επιδερμίδας και παράγουν μελανίνη, τη χρωστική που προσδίδει το χρώμα του δέρματος. Εντοπίζεται συνήθως στο δέρμα και αποτελεί τον πιο θανατηφόρο τύπο καρκίνου του δέρματος λόγω του ότι μπορεί να μετασταθεί σε κάθε όργανο ή ιστό του σώματος.

Η συχνότητά του όλο και αυξάνεται, με ρυθμό μεγαλύτερο από αυτόν όλων των άλλων κακοηθών νεοπλασμάτων. Αποτελεί το συχνότερο κακόηθες νόσημα στις γυναίκες ηλικίας 25-29 ετών. H επίπτωση του μελανώματος αυξάνεται με την ηλικία.  Στην Ελλάδα, η εκτιμώμενη επίπτωση της νόσου για το 2012 είναι 3,2 νέες περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα, και η εκτιμώμενη θνησιμότητα από τη νόσο είναι 1,3 ανά 100.000.

Προδιαθεσικοί παράγοντες: Οι παράγοντες αυξημένου κινδύνου για ανάπτυξη μελανώματος είναι το ανοιχτόχρωμο δέρμα, η παρουσία άτυπων σπίλων, τόσο στις ακάλυπτες όσο και στις προστατευμένες περιοχές του δέρματος, θετικό ατομικό και οικογενειακό ιστορικό για μελάνωμα και ιστορικό ηλιακού εγκαύματος.

Κλινική εικόνα: Η κλινική εικόνα των μελανωμάτων ποικίλλει και δεν υπάρχει κάποια αλλαγή της βλάβης που να είναι παθογνωμονική. Συχνά η πρώτη ένδειξη για το μελάνωμα είναι η αλλαγή στο μέγεθος, σχήμα ή χρώμα ενός σπίλου (ελιάς).  Στους άντρες εμφανίζεται συχνότερα στον κορμό, κεφάλι και λαιμό, ενώ στις γυναίκες εμφανίζεται συνήθως στους βραχίονες και κνήμες. Το συνηθέστερο πρώιμο σύμπτωμα είναι η εμφάνιση κνησμού και αργότερα προστίθενται συμπτώματα όπως ευαισθησία, αιμορραγία και εξελκώσεις στο δέρμα. Οι ύποπτες βλάβες χαρακτηρίζονται από: α) ασυμμετρία (το ένα ημιμόριο της βλάβης δε μοιάζει με το άλλο), β) ακανόνιστα όρια, γ) ποικιλοχρωμία στη βλάβη, δ) διάμετρος βλάβης >6 χιλιοστά, ε) αύξηση του μεγέθους ή αλλαγή στο χρώμα ή σχήμα της βλάβης.

Διακρίνονται διάφορες κλινικές μορφές, οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την κλινική εικόνα, την εξέλιξη, την ανατομική εντόπιση και την ιστολογική εικόνα της βλάβης. Οι κυριότερες μορφές μελανώματος είναι: α) το επιπολής επεκτεινόμενο μελάνωμα, β) οζώδες μελάνωμα, γ) μελάνωμα επί κακοήθους φακής, δ) μελάνωμα των άκρων τύπου εφηλίδας, ε) αμελανωτικό μελάνωμα.

Διάγνωση: Η προσεκτική κλινική εξέταση και η δερματοσκόπηση αποτελούν τα σημαντικότερα μέσα για τη διάγνωση του μελανώματος. Θα πρέπει να μελετάται όλο το σώμα για την αναζήτηση βλαβών. Για να επιβεβαιωθεί βέβαια η διάγνωση πρέπει να γίνει χειρουργική αφαίρεση της βλάβης και βιοψία.

περισσότερα για την ογκολογία

Δείτε περισσότερα

Οι πληροφορίες που παρέχονται σε αυτό το διαδικτυακό χώρο σχετικά με τα προϊόντα απευθύνονται σε πολλούς διαφορετικούς αποδέκτες και ενδέχεται να περιλαμβάνουν στοιχεία που δεν είναι διαθέσιμα ή έγκυρα σε άλλες χώρες. Σας γνωστοποιούμε ότι δεν φέρουμε καμία ευθύνη για τυχόν πρόσβασή σας σε πληροφορίες που δεν είναι συμβατές με το νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο στη χώρα προέλευσής σας ή με τον τρόπο έγκρισης και χρήσης σε αυτήν.Επίσης, μπορεί να παρέχονται πληροφορίες για προϊόντα σε παγκόσμιο επίπεδο χωρίς τα προϊόντα αυτά να είναι διαθέσιμα σε όλες τις χώρες.

ΕπικοινωνίαΠαγκοσμίωςlinkedinfacebooktwitterinstagramyoutubeΣχετικά με τη RocheΠροϊόνταΣταδιοδρομίαΦαρμακοεπαγρύπνησηΙατρική ΠληροφόρησηΌροι ΧρήσηςΠροσωπικά ΔεδομέναΟδηγίες χρήσης μέσων κοινωνικής δικτύωσηςΠολιτική cookies